- Ολα όσα δεν ξέρετε για το τι κρύβεται πίσω από την απεργία των ιδιοκτητών φορτηγών
- Πόσο θα μειωθεί το κόστος των προϊόντων αν ανοίξει το επάγγελμα
- Πόσοι έχουν τις άδειες
Τουλάχιστον κατά 50% μπορεί να μειωθεί το κόστος μεταφοράς βασικών αγαθών, σε βάθος χρόνου, από τη στιγμή που θα ανοίξει το επάγγελμα των φορτηγατζήδων.Αυτό λένε οικονομολόγοι αλλά και άνθρωποι της αγοράς.
Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα από τις 15 της Ε.Ε. όπου το επάγγελμα παραμένει κλειστό.
'Ετσι, μεταφορικά και κόστoς αποθήκευσης αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ένα τρίτο της τελικής τιμής πολλών βασικών αγαθών.
Ενα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αφορά τα οπωροκηπευτικά. Η μεταφορά τους από την Πελοπόννησο στην Αθήνα φτάνει σε κάποιες περιπτώσεις να είναι τόσο ακριβή, ώστε να συμφέρει η εισαγωγή τους από... την Αίγυπτο ή το Ισραήλ.
Και αυτό γιατί όπως γράφουν ΤΑ ΝΕΑ το όχημα που τα μεταφέρει στην Αθήνα, ακριβώς επειδή δεν είναι δημόσιας χρήσης, αναγκάζεται να επιστρέψει στην Πελοπόννησο τις περισσότερες φορές άδειο, όταν δεν υπάρχει δικό του φορτίο για την αντίστροφη διαδρομή.
Αν όμως ήταν δημόσιας χρήσης, το ναύλο ανά μονάδα προϊόντος θα μειωνόταν στο μισό, γιατί το φορτηγό θα γύριζε πίσω γεμάτο. Μάλιστα, ειδικά τα οπωροκηπευτικά επιβαρύνονται και με το διοικητικά καθοριζόμενο κόστος φορτοεκφόρτωσης στην κεντρική αγορά που διπλασιάζει το αρχικό κόστος και καθιστά ακόμη πιο ελκυστική την εισαγωγή τους από το εξωτερικό. Αυτός που χάνει στο τέλος είναι ο αγρότης.
Οπου άνοιξε το επάγγελμα, από τη μια τα κόμιστρα έπεσαν μέχρι και 25% και από την άλλη, δημιουργήθηκαν τέτοιες οικονομίες κλίμακας που επέτρεψαν σε μεγάλες εταιρείες logistics να δραστηριοποιηθούν στις αγορές οδηγώντας σε πιο αποδοτική χρήση του στόλου των φορτηγών τους, με τελικό αποτέλεσμα την ακόμη μεγαλύτερη μείωση του κόστους μεταφοράς.
Το χρηματιστήριο των χρυσών αδειών
Αδειες για φορτηγά και βυτιοφόρα Δ.Χ. εκδόθηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα επί χούντας και μάλιστα τότε επιτρεπόταν η μεταβίβασή τους μόνο σε συγγενικά πρόσωπα πρώτου βαθμού. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης άρχισε η μεταβίβασή τους σε κάθε ενδιαφερόμενο και μαζί της άρχισε ένα παραχρηματιστηριακό γαϊτανάκι που έχει φέρει σήμερα την αξία μιας άδειας φορτηγού Δ.Χ. γενικού φορτίου στα 100.000 ευρώ και ενός βυτιοφόρου στα 300.000 ευρώ. Αυτό συμβαίνει γιατί τα περίπου 33.000 Δ.Χ. φορτηγά και βυτιοφόρα είναι πολύ λίγα για να καλύψουν την πολλαπλάσια ζήτηση.
Οσοι επαγγελματίες λοιπόν αγόρασαν τέτοιες άδειες στις δεκαετίες ΄80 και ΄90 ή ακόμη και στις αρχές του 2000, έχουν αποσβέσει την αξία τους πολλές φορές, καθώς τις έχουν μοσχοπουλήσει. Παραμένει ακόμη προς έρευνα πόσες από τις πωλήσεις αυτών των αδειών δηλώθηκαν στην Εφορία και έναντι... ποιου τιμήματος.
Αν η αγορά ήταν ελεύθερη, το κόστος θα ήταν πολύ χαμηλότερα έως και μηδενικό, στο ύψος του παραβόλου.
Το γεγονός αυτό εξηγεί, σύμφωνα με παράγοντες του χώρου, ως έναν βαθμό και τη δυναμική των αντιδράσεων, πόσω μάλλον αν σκεφτεί κανείς ότι κάποιοι έχουν στα χέρια τους πέραν της μίας άδειας.
Λέγεται, γράφουν ΤΑ ΝΕΑ, ότι 550 από τις συνολικά 1.450 άδειες βυτιοφόρων Δ.Χ. πανελλαδικά ανήκουν στα συμφέροντα... τεσσάρων μόνο φυσικών προσώπων.
Γιατί είναι ακριβή η άδεια του βυτιοφόρου
Γιατί όμως, ενώ στα φορτηγά το μέσο κόστος της άδειας είναι 100.000 ευρώ, στα βυτιοφόρα αποτιμάται στα 300.000 ευρώ; Πρώτον, τα διοικητικά καθοριζόμενα ποσοστά επί της τιμής του καυσίμου με τα οποία αμείβονται οι βυτιοφορείς είναι υψηλά και, δεύτερον, επειδή τα βυτιοφόρα είναι λιγοστά εκτελούν πολύ περισσότερα δρομολόγια απ΄ ό,τι ένα άλλο Δ.Χ. φορτηγό. Σήμερα, λόγω της κρίσης, περίπου το 50% από τα 32.000 Δ.Χ. φορτηγά δεν έχει δουλειά, όταν η συντριπτική πλειονότητα από τα 1.450 βυτιοφόρα απασχολείται καθημερινά. Υπάρχει, λένε στην πιάτσα, και ένας τρίτος λόγος που κρατάει υψηλά το κόστος των αδειών αυτών: η δυνατότητα που δίνει το συγκεκριμένο επάγγελμα για λαθρεμπόριο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου